χιλιογραμμόμετρο
From LSJ
Ὅτ' εὐτυχεῖς, μάλιστα μὴ φρόνει μέγα → Minus insolesce, quo magis res prosperae → Wenn du im Glück bist, brüste dich am wenigsten
Greek Monolingual
το, Ν
χιλιόγραμμο ανά μέτρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. kilogram-meter < kilogram (βλ. χιλιόγραμμο) + meter (< μέτρο). Η λ., στον λόγιο τ. χιλιο-γραμμόμετρον, μαρτυρείται από το 1876 στον Δ. Κ. Κοκίδη].