χιονόχρους
From LSJ
κρειττότερον ἐστὶν εἰδέναι ἐν μέσῃ τῇ Πόλει φακιόλιον βασιλεῦον Τούρκου, ἢ καλύπτραν λατινικήν → I would rather see a Turkish turban in the midst of the City than the Latin mitre
Greek Monolingual
-ουν, Μ
(συνηρ. τ.) βλ. χιονόχροος.
German (Pape)
ουν, zusammengezogen aus χιονόχροος.