χρουσίον

From LSJ

Ὑγίεια καὶ νοῦς ἀγαθὰ τῷ βίῳ δύο (πέλει) → Vitae bona duo, sanitas, prudentiaZwei Lebensgüter sind Gesundheit und Verstand

Menander, Monostichoi, 519

Greek (Liddell-Scott)

χρουσίον: τό, = χρυσίον, Ἐπιγρ. Θηβῶν, Ἀθηναίου τ. Γ΄, σ. 379.

Greek Monolingual

τὸ, Α
(βοιωτ. τ.) βλ. χρυσίο.