χυτάσφαλτος

From LSJ

Ἐφόδιον εἰς τὸ γῆρας αἰεὶ κατατίθου → Bonum senectae compara viaticumWegzehrung für das Alter sorge stets dir vor

Menander, Monostichoi, 154

Greek Monolingual

η, Ν
ασφαλτικό οδόστρωμα από άσφαλτο, άμμο και λεπτά σκύρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χυτός + άσφαλτος].