πολιόν τε δάκρυον ἐκβάλλω → let fall the tear from my old eyes, let fall an old man's tear
δεξιότης, δεξίωσις, ἐπιξένωσις, κατανθρωπισμός, ξείνια, ξενοσύνη, ξεινοσύνη, ξενία, ξένια, ξενίη, ξένισις, ξενόστασις, τὰ ξείνια, τὰ ξένια, τὸ ξενοδόχον, ὑποδοχή, φιλοξενία, φιλοξενίη