растоплять

From LSJ

Νόμιζε σαυτῷ τοὺς γονεῖς εἶναι θεούς → Tu tibi parentes alteros credas deos → Bedünke, dass dir deine Eltern Götter sind

Menander, Monostichoi, 379

Russian > Greek

ἀνατήκω, ἐκτήκω, διατήκω, ἀποτήκω, διαχαλάω, τήκω, τάκω, καίω