утонченный
From LSJ
Διάλυε, μὴ σύγκρουε μαχομένους φίλους → Iurgia amicorum solvas, haud intenderis → Den Streit von Freunden schlichte, fache ihn nicht an
Russian > Greek
ἀστεῖος, περίεργος, ὑπόθηλυς, λεπτός, μουσικός, ὀξυμέριμνος, τεχνητικός, γλαφυρός