ἀετόμορφος
From LSJ
Ἡ κοιλία καὶ πολλὰ χωρεῖ κὠλίγα → Ut multa venter accipit, sic paucula → Der Bauch fasst wenig, aber ebenso auch viel
Greek (Liddell-Scott)
ἀετόμορφος: -ον, ὁ ἔχων μορφὴν ἢ σχῆμα ἀετοῦ, Πρόκλ. εἰς Πλάτ. Πολ. 134.
Spanish (DGE)
-ον
de forma de águilacomo epít. de Zeus, Ps.Callisth.2.4E, ἀετόμορφος <ὁ> βασιλικὸς μετὰ τῆς πρὸς τὸ ἀνθρώπινον γένος ἐμπαθείας Procl.in R.2.319.