ἀκρονυχία
From LSJ
οὐετρανοὶ οἱ χωρὶς χαλκῶν → veterans who have not received bronze copies of the privileges granted on discharge
English (LSJ)
ἡ, nightfall, Suid., Tz.ad Hes.Op.565.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
1 el anochecer Sud., Tz.ad Hes.564.
2 astr. oposición ἀστέρων Vett.Val.164.24, cf. ἀκρωνυχία.
Greek (Liddell-Scott)
ἀκρονῠχία: ἡ, ἀκρόνυξ, Σουΐδ., Τζέτζ., Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 565.
Greek Monolingual
ἀκρονυχία, η (Μ) ἀκρόνυχος
η αρχή της νύχτας, το σούρουπο.