ἀπαράμικτος
From LSJ
Λόγῳ με πεῖσον, φαρμάκῳ σοφωτάτῳ → Oratione leni, medicina optima → Mit Worten überzeuge mich, der klügsten Medizin
Spanish (DGE)
-ον
1 no mezclado τὸ γνάσιον ... πλᾶθος τᾶς πολιτείας ... ἀ. ὑπάρχον ἀπὸ τῶ ἄλλω γένευς Hippod.2.p.13.
2 adv. -ως sin mezcla τοῦ ψεύδους Origenes Io.6.19 (p.127.30).