ἀστενάκτως
From LSJ
λέγεται δὲ καὶ κλῶνας αὐτῆς θύραις ἢ θυρίσι προστεθέντας ἀποκρούειν τὰς τῶν φαρμάκων κακουργίας → its branches attached to doors or windows are said to repel the evil of spells
French (Bailly abrégé)
adv.
sans gémir.
Étymologie: ἀστένακτος.
Russian (Dvoretsky)
ἀστενάκτως: без стонов Plut.