ἁλμυροφόρος

From LSJ

μὴ εἴπῃς ὠς οὐκ ἔστι Ζεύς → don't say that there is no Zeus

Source

Greek (Liddell-Scott)

ἁλμυροφόρος: -ον, ὁ φέρων, δηλ. παράγων ἁλμυρά, Χρυσ. τόμ. 6, σ. 464.

Spanish (DGE)

-ον
salobre πηγαί Chrys.Hom.in Ps.115.1-3 (p.357.13), θάλασσα Seuerian.Fic.M.59.590.