ἐζεύχθην

From LSJ

ἐν τᾷ μεγάλᾳ Δωρίδι νάσῳ Πέλοπος → in the great Doric island of Pelops

Source

Greek Monotonic

ἐζεύχθην: Παθ. αόρ. αʹ του ζεύγνυμι.