ἐμπροσθοτονία
English (LSJ)
ἡ, tetanic procurvation, opp. ὀπισθοτονία, Cael.Aur.CP3.6.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
medic. emprostótonos, espasmo tetánico hacia delante, procurvación tetánica, emprosthotonia et opisthotonia, quas nos pronum raptum atque supinum appellare poterimus Cael.Aur.CP 3.61.
German (Pape)
[Seite 818] ἡ, krampfhafte Spannung nach vorn, wie ἐμπροσθο-τονικός, daran leidend, Medic.
Greek (Liddell-Scott)
ἐμπροσθοτονία: ἡ, νόσος καθ’ ἣν τὸ σῶμα συνέλκεται καὶ καμπύλλεται εἰς τὰ ἐμπρός, εἶδος τετάνου, ἀντίθ. τῷ ὀπισθοτονία, Cael. Aurel. de Morb. Ac. 3. 6.
Greek Monolingual
η (Μ ἐμπροσθοτονία)
ιατρ. εμπροσθότονος σπασμός, είδος τετάνου, κατά τον οποίο το σώμα έλκεται και καμπυλώνεται προς τα εμπρός.