ἅλμην πιόντες ἐξαπῆλθον τοῦ βίου → they drank seawater and departed from life
ἔμικτο: ἴδε μίγνυμι.
ἔμικτο: γʹ ενικ. Επικ. Παθ. αόρ. βʹ του μίγνυμι.