ἔστρωκα

From LSJ

Πρόσεχε τῷ ὑποκειμένῳ ἢ τῇ ἐνεργείᾳ ἢ τῷ δόγματι ἢ τῷ σημαινομένῳ. → Look to the essence of a thing, whether it be a point of doctrine, of practice, or of interpretation.

Source

French (Bailly abrégé)

v. στρώννυμι.

Russian (Dvoretsky)

ἔστρωκα: pf. к στρώννυμι.