ἡμερο

From LSJ

διώκει παῖς ποτανὸν ὄρνιν → a boy chases a bird on the wing, vain pursuit

Source

Greek (Liddell-Scott)

ἡμερο: -δρόμας, ἡμεροδρόμος ΙΙ, Dittenb. ἔ.ἀ. 152, 2.