ἡμιαμφόριον
English (LSJ)
τό, half-amphora, half ἀμφορεύς, IG11(2).161A 121 (Delos, iii B.C.), J.BJ2.21.2.
German (Pape)
[Seite 1167] τό, halber Amphoreus, Ios. Poll. 10, 71.
Greek Monolingual
ἡμιαμφόριον, τὸ (Α)
μισός αμφορέας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + αμφόρ-ιον (θ. άμφορ- του αμφορ-εύς + υποκορ. κατάλ. -ιον, πρβλ. παιδίον)].