ἡμιχίτων

From LSJ

μὴ περιρέμβου ζητοῦσα θεόν → do not roam about looking for god

Source

Greek (Liddell-Scott)

ἡμιχίτων: ὁ, ἡ, ὁ ἥμισυ ἔχων χιτῶνα, π. τοῦ ἀγ. Δημητρίου (Λεξ. Κουμαν.).