Ξένον ἀδικήσῃς μηδέποτε καιρὸν λαβών → Occasione laedito nulla hospitem → Tu keinem Fremden Unrecht trotz Gelegenheit
ao. de ἄγχω.
ἦγξα: αόρ. αʹ του ἄγχω.
ἦγξα: aor. к ἄγχω.