ᾔσθημαι

From LSJ

Ἰσότητα τίμα, μὴ πλεονέκτει μηδένα → Aequalitatem cole, neque ullum deprimas → Die Gleichheit ehre, keinen übervorteile

Menander, Monostichoi, 259

French (Bailly abrégé)

pf. de αἰσθάνομαι.

Russian (Dvoretsky)

ᾔσθημαι: pf. к αἰσθάνομαι.