Anonymous

ἀπεράτωτος: Difference between revisions

From LSJ
5
(big3_5)
(5)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[ilimitado]], [[indeterminado]] ἄπειρον Plu.2.424d, 719d, Dam.<i>Pr</i>.178, ref. al Destino, Plu.2.1056d.
|dgtxt=-ον<br />[[ilimitado]], [[indeterminado]] ἄπειρον Plu.2.424d, 719d, Dam.<i>Pr</i>.178, ref. al Destino, Plu.2.1056d.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[ἀπεράτωτος]], -ον)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που δεν έχει περατωθεί, ατελείωτος<br /><b>2.</b> (για πόρτα) [[εκείνη]] που δεν έχει κλειστεί με τον [[περάτη]], την [[αμπάρα]]<br /><b>αρχ.</b><br />ο [[απεριόριστος]].
}}
}}