3,251,689
edits
(big3_10) |
(8) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ιδος<br /><br /><b class="num">• Grafía:</b> graf. -της <i>An.Ox</i>.1.149.22<br />[[terrible]], [[espantoso]] de seres míticos θεὰ δ. Ἐρινύς <i>Od</i>.15.234, Hes.<i>Fr</i>.280.9 (= <i>Minyas</i> 7.9), cf. Orph.<i>A</i>.869, Ἑκάτα Theoc.2.14, cf. Hsch.<br /><b class="num">•</b>de lugares εἰς νάπας δασπλήτιδας Lyc.1452.<br /><br /><b class="num">• Etimología:</b> Como [[δασπλής]], comp. del pref. δα- (cf. [[δάσκιος]]); el 2º término es dud.; quizá rel. ai. <i>saparyáti</i> ‘honrar’, lat. <i>sepelire</i> ‘enterrar (rendir honores) a un muerto’, c. el sent. ‘que inspira gran respeto’. | |dgtxt=-ιδος<br /><br /><b class="num">• Grafía:</b> graf. -της <i>An.Ox</i>.1.149.22<br />[[terrible]], [[espantoso]] de seres míticos θεὰ δ. Ἐρινύς <i>Od</i>.15.234, Hes.<i>Fr</i>.280.9 (= <i>Minyas</i> 7.9), cf. Orph.<i>A</i>.869, Ἑκάτα Theoc.2.14, cf. Hsch.<br /><b class="num">•</b>de lugares εἰς νάπας δασπλήτιδας Lyc.1452.<br /><br /><b class="num">• Etimología:</b> Como [[δασπλής]], comp. del pref. δα- (cf. [[δάσκιος]]); el 2º término es dud.; quizá rel. ai. <i>saparyáti</i> ‘honrar’, lat. <i>sepelire</i> ‘enterrar (rendir honores) a un muerto’, c. el sent. ‘que inspira gran respeto’. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[δασπλῆτις]] (-ιδος), η (Α)<br />τρομερή, φρικτή, φοβερή («θεὰ [[δασπλῆτις]] Έρινύς», «χαῑρ' Έκάτα δασπλῆτι»).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Λέξη αβέβαιης ετυμολ., για την [[ερμηνεία]] της οποίας έχουν υποστηριχθεί πολλές απόψεις. Εάν υποτεθεί ότι η λ. [[είναι]] σύνθετη, [[τότε]] το β' συνθετικό -[[πλητίς]] συνδέεται μορφολογικά με τα [[πλησίον]], <i>άπλητος</i> «[[απροσπέλαστος]]», <i>πλάτις</i> «[[πελάτις]], [[σύζυγος]]», [[αλλά]] όχι και σημασιολογικά. Ενώ για το α' συνθετικό υποστηρίχτηκε [[είτε]] ότι συνδέεται με το [[δασύς]] [[είτε]] ότι πρόκειται για τη συνεσταλμένη [[βαθμίδα]] <i>δα</i>- (<b>[[πρβλ]].</b> [[δάπεδον]]) της ρίζας <i>dem</i>- «[[χτίζω]]». Κατ' άλλους το [[δασπλήτις]] έχει [[σχέση]] με τα «<i>σφαλάσσειν</i><br />τέμνειν, κεντείν» (<b>Ησύχ.</b>) και [[σπολάς]], ενώ το <i>δα</i>- του τ. [[είναι]] επιτατικό (<b>[[πρβλ]].</b> [[δαφοινός]]). Τέλος άλλοι υπέθεσαν ότι [[δασπλήτις]] προέρχεται από <i>δατσπλήτις</i>, του οποίου το α' συνθετικό αποτελεί ασθενή [[βαθμίδα]] του θ. <i>οδοντ</i>- (<b>[[πρβλ]].</b> [[οδούς]]) [[χωρίς]] το αρχικό [[φωνήεν]]]. | |||
}} | }} |