Anonymous

δύσχορτος: Difference between revisions

From LSJ
10
(big3_12)
(10)
Line 21: Line 21:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον [[de malos pastos]] δυσχόρτους οἴκους ναίω E.<i>IT</i> 219.
|dgtxt=-ον [[de malos pastos]] δυσχόρτους οἴκους ναίω E.<i>IT</i> 219.
}}
{{grml
|mltxt=[[δύσχορτος]], -ον (Α)<br />αυτός που παρέχει λίγο [[χόρτο]], λίγη [[τροφή]].
}}
}}