Anonymous

δύσβρωτος: Difference between revisions

From LSJ
10
(big3_12)
(10)
Line 10: Line 10:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[difícil de masticar]] δύσβρωτα ... καὶ δυσκατάποτα Sud.s.u. κύων παρ' ἐντέροις.
|dgtxt=-ον<br />[[difícil de masticar]] δύσβρωτα ... καὶ δυσκατάποτα Sud.s.u. κύων παρ' ἐντέροις.
}}
{{grml
|mltxt=[[δύσβρωτος]], -ον (Α)<br />αυτός που τρώγεται δύσκολα.
}}
}}