Anonymous

διακονίζω: Difference between revisions

From LSJ
9
(big3_11)
(9)
Line 4: Line 4:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=[[administrar]] en v. pas. ἡ διακονισαμένη (χάρις) τῇ ἐν ἀνθρώποις [[αὐτοῦ]] (τοῦ Ὑιοῦ) παρόδῳ λέλεκται κεχαριτωμένη Origenes <i>Fr.in Ps</i>.44.3 (p.40), cf. Sch.Nic.<i>Th</i>.349b (cód.).
|dgtxt=[[administrar]] en v. pas. ἡ διακονισαμένη (χάρις) τῇ ἐν ἀνθρώποις [[αὐτοῦ]] (τοῦ Ὑιοῦ) παρόδῳ λέλεκται κεχαριτωμένη Origenes <i>Fr.in Ps</i>.44.3 (p.40), cf. Sch.Nic.<i>Th</i>.349b (cód.).
}}
{{grml
|mltxt=και διακονίζομαι (Μ [[διακονίζω]])<br />[[διακονεύω]], [[ζητιανεύω]].
}}
}}