Anonymous

ἐλαφογενής: Difference between revisions

From LSJ
11
(big3_14b)
(11)
 
Line 7: Line 7:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ές neutr. subst. τὸ ἐ. [[médula de cierva]] Hsch.
|dgtxt=-ές neutr. subst. τὸ ἐ. [[médula de cierva]] Hsch.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἐλαφογενής]], -ές (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που προέρχεται ή γίνεται από [[ελάφι]]<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> ο [[μυελός]] του ελαφιού.
}}
}}