3,270,629
edits
(Bailly1_2) |
(15) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=α, ον :<br /><b>I. 1</b> souhaitable, désirable;<br /><b>2</b> consacré <i>ou</i> offert par un vœu, votif ; τὰ εὐκταῖα vœux, offrandes pour un vœu, ex-voto;<br /><b>3</b> appelé <i>ou</i> invoqué par des vœux ; qui veille sur la sainteté des vœux (Thémis);<br /><b>II.</b> qui forme un vœu, qui adresse une prière, votif ; <i>en mauv. part</i> εὐκταία [[φάτις]] ESCHL parole d’imprécation;<br /><i>Sp.</i> εὐκταιότατος.<br />'''Étymologie:''' [[εὐκτός]]. | |btext=α, ον :<br /><b>I. 1</b> souhaitable, désirable;<br /><b>2</b> consacré <i>ou</i> offert par un vœu, votif ; τὰ εὐκταῖα vœux, offrandes pour un vœu, ex-voto;<br /><b>3</b> appelé <i>ou</i> invoqué par des vœux ; qui veille sur la sainteté des vœux (Thémis);<br /><b>II.</b> qui forme un vœu, qui adresse une prière, votif ; <i>en mauv. part</i> εὐκταία [[φάτις]] ESCHL parole d’imprécation;<br /><i>Sp.</i> εὐκταιότατος.<br />'''Étymologie:''' [[εὐκτός]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=-α, -ο (ΑΜ εὐκταῑος, -α, ον)<br /><b>1.</b> αυτός τον οποίο εύχεται [[κάποιος]] και επιθυμεί να γίνει, ο [[επιθυμητός]], ο [[ποθητός]] (α. «ευκταία η [[συνεργασία]] τών κομμάτων» β. «[[γάμος]] γάρ... εὐκταῑον κακόν», Μέν.)<br /><b>2.</b> αυτός τον οποίο εύχεται [[κάποιος]] να αποκτήσει («Ἅιδου... εὐκταίαν [[χάριν]]», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που ανήκει σε [[ευχή]], αυτός που γίνεται για [[ευχή]] («εὐκταῑαι ἐπῳδαί», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>2.</b> (για [[λατρεία]]) αφιερωμένος, καθιερωμένος<br /><b>3.</b> αυτός που τελείται κατ' ευχήν («πανηγύρεις εὐκταῑαι», Δίων Κάσσ.)<br /><b>4.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τὰ εὐκταῑα</i><br />α) τα αναθήματα, τα αφιερώματα, τα «ταξίματα» <br />β) οι ευχές, οι δεήσεις<br /><b>5.</b> (ως [[επίθετο]] θεών) αυτός τον οποίο επικαλείται [[κάποιος]] («Θέμις εὐκταία», <b>Ευρ.</b>). <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>εὐκταίως</i> (ΑΜ)<br />με τρόπο ευκταίο, κατ' ευχήν («εὐκταίως δέχεσθαί τινα», Στουδ. Θεόδ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ευκτός]] (<span style="color: red;"><</span> [[εύχομαι]]) <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>αιος</i> (<b>[[πρβλ]].</b> -[[φευκτός]] > [[φευκταίος]])]. | |||
}} | }} |