Anonymous

εὐλάκα: Difference between revisions

From LSJ
1,106 bytes added ,  29 September 2017
15
(Bailly1_2)
(15)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=(ἡ) :<br />soc de la charrue <i>ou</i> hoyau.<br />'''Étymologie:''' mot laconien, c. [[αὖλαξ]].
|btext=(ἡ) :<br />soc de la charrue <i>ou</i> hoyau.<br />'''Étymologie:''' mot laconien, c. [[αὖλαξ]].
}}
{{grml
|mltxt=[[εὐλάκα]], ἡ (Α)<br />(δωρ. [[λέξη]]) απαντά μόνο στη [[φράση]] «εἰ δὲ μὴ ἀργυρέᾳ εὐλάκᾳ εὐλαξεῑν» — διαφορετικά θα οργώσουν (τη γη) με αργυρό υνί, <b>Θουκ.</b> (η [[φράση]] [[είναι]] [[απόσπασμα]] από χρησμό, με τον οποίο προμηνυόταν στους Λακεδαιμονίους ότι θα ερχόταν [[περίοδος]] σιτοδείας, ώστε να προμηθεύονται [[σιτάρι]] αγοράζοντάς το από [[αλλού]] με [[πολλά]] χρήματα. Ούτε το [[ρήμα]] [[ούτε]] το όνομα απαντούν σε [[άλλο]] [[χωρίο]]).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> [[Λακωνικός]] τ. <span style="color: red;"><</span> <i>ε</i>-<i>Fλακ</i>-, με [[θέμα]] που απαντά στο <i>αύλαξ</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>α</i>-<i>Fλακ</i>-) και διαφορετικό [[πρόθημα]]].
}}
}}