Anonymous

ἡδυμέλεια: Difference between revisions

From LSJ
16
(b)
(16)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1153.png Seite 1153]] ἡ, fem. zum Folgdn, σύριγξ Nonn. 29, 287.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1153.png Seite 1153]] ἡ, fem. zum Folgdn, σύριγξ Nonn. 29, 287.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἡδυμέλεια]], ἡ (AM) [[ηδυμελής]]<br /><b>1.</b> <b>ως ουσ.</b> η [[γλυκύτητα]] της μελωδίας, η [[αρμονία]]<br /><b>2.</b> <b>ως επίθ.</b> ποιητ. τ. του θηλ. του επιθ. [[ηδυμελής]](«[[ἡδυμέλεια]] [[σύριγξ]]» — [[γλυκόλαλος]] [[αυλός]], <b>Νόνν.</b>).
}}
}}