Anonymous

ἰύζω: Difference between revisions

From LSJ
871 bytes added ,  29 September 2017
18
(SL_1)
(18)
Line 21: Line 21:
{{Slater
{{Slater
|sltr=<b>ῑύζω</b> <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[cry]] [[out]] ἴυξεν δ' ἀφωνήτῳ περ [[ἔμπας]] [[ἄχει]] δύνασιν [[Αἰήτας]] ἀγασθείς (ἴυγξεν coni. Schr.) (P. 4.237)
|sltr=<b>ῑύζω</b> <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[cry]] [[out]] ἴυξεν δ' ἀφωνήτῳ περ [[ἔμπας]] [[ἄχει]] δύνασιν [[Αἰήτας]] ἀγασθείς (ἴυγξεν coni. Schr.) (P. 4.237)
}}
{{grml
|mltxt=[[ἰύζω]] (Α)<br /><b>1.</b> [[φωνάζω]] [[δυνατά]] για να διώξω τα ζώα («οἱ δ' ἰύζοντες ἕποντο», <b>Ομ. Οδ.</b>)<br /><b>2.</b> [[κραυγάζω]] από [[λύπη]] ή πόνο («ἴυξεν ἀφωνήτῳ [[ἄχει]]», <b>Πίνδ.</b>)<br /><b>3.</b> [[βουίζω]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Ρ. σχηματισμένο πιθ. από το [[επιφώνημα]] <i>ἰύ</i>, [[μολονότι]] θα μπορούσε να αποτελεί και υποχωρητικό παρ. του ρ. [[ἰύζω]]. Η λ. μαρτυρείται [[άλλοτε]] με μακρό <i>ἰ</i>- και [[άλλοτε]] με βραχύ.<br /><b><span style="color: brown;">ΠΑΡ.</span></b> [[ιυγή]], [[ίυγμα]], [[ιυγμός]], [[ιυκτής]]].
}}
}}