3,270,341
edits
(6_10) |
(20) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κεστρωτός''': -ή, -όν, (ὡς εἰ ἐκ τοῦ κεστρόω) οὗ τὸ [[ἄκρον]] ἐτραχύνθη ἐν τῷ πυρί, Ἡσύχ. ΙΙ. τελεσθεὶς διὰ γλυπτικοῦ ἐργαλείου, Πλίν. 11. 45. | |lstext='''κεστρωτός''': -ή, -όν, (ὡς εἰ ἐκ τοῦ κεστρόω) οὗ τὸ [[ἄκρον]] ἐτραχύνθη ἐν τῷ πυρί, Ἡσύχ. ΙΙ. τελεσθεὶς διὰ γλυπτικοῦ ἐργαλείου, Πλίν. 11. 45. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[κεστρωτός]], -ή, -όν (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που έχει σκληρυνθεί στο [[άκρο]] του με τη [[φωτιά]]<br /><b>2.</b> αυτός που έχει κατασκευαστεί με το γλυπτικό ζωγραφικό [[εργαλείο]] [[κέστρο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κέστρον]], πιθ. μέσω ενός αμάρτυρου <i>κεστρῶ</i>]. | |||
}} | }} |