Anonymous

ἀνδρογόνος: Difference between revisions

From LSJ
4
(big3_4)
(4)
Line 21: Line 21:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[que favorece el nacimiento de varones]] (ἡμέρα) Hes.<i>Op</i>.783, 788, 794.
|dgtxt=-ον<br />[[que favorece el nacimiento de varones]] (ἡμέρα) Hes.<i>Op</i>.783, 788, 794.
}}
{{grml
|mltxt=-ο (Α [[ἀνδρογόνος]], -ον)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>βιολ.</b> αυτός που συντελεί στην [[ανάπτυξη]] ανδρικών χαρακτηριστικών, αυτός που έχει αρρενοποιό [[δράση]]<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. στον πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τα ανδρογόνα</i><br />α) <b>(βιοχ.)</b> ορμόνες με αρρενοποιό [[δράση]]<br />β) (βιοχ.-φαρμ.) χημικές ενώσεις ικανές να επαναφέρουν στη φυσιολογική [[κατάσταση]] δευτερεύοντες φυλετικούς χαρακτήρες<br /><b>αρχ.</b><br />[[ευνοϊκός]] για τη [[γέννηση]] αρσενικών παιδιών.
}}
}}