Anonymous

ἀντίσπαστος: Difference between revisions

From LSJ
5
(big3_5)
(5)
Line 21: Line 21:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[arrastrado en dirección contraria]] νεφέλαι ... πνεύμασιν ἀντίσπαστοι Orph.<i>H</i>.21.5.<br /><b class="num">2</b> [[espasmódico]], [[convulsivo]] ὀστέων ὀδαγμὸς ἀ. S.<i>Tr</i>.770.<br /><b class="num">II</b> <b class="num">1</b>métr. y mús. [[ἀντίσπαστος]] (<i>sc</i>. πούς) [[antispasto]] (˘¯¯˘) Heph.3.3, Aristid.Quint.44.30, Mar.Vict.p.47, Sacerd.6.499.15.<br /><b class="num">2</b> [[cantado a dos voces]] (de hombres y niños) ψαλμοῖσιν ἀντίσπαστ' ἀείδοντες μέλη Phryn.Trag.11<br /><b class="num">•</b>del sonido de un instrumento musical, subst. [[acordes diferentes]] ἀντίσπαστά τε Λυδῆς ἐφυμνεῖ πηκτίδος συγχορδία S.<i>Fr</i>.412.<br /><b class="num">III</b> subst. τὸ ἀ. una clase de beso, Hsch.<br /><b class="num">IV</b> subst. ὁ ἀ. [[polea]] ἕλκων ἐξ ἀντισπάστου τὸν πλάγιον Ath.Mech.9.13.
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[arrastrado en dirección contraria]] νεφέλαι ... πνεύμασιν ἀντίσπαστοι Orph.<i>H</i>.21.5.<br /><b class="num">2</b> [[espasmódico]], [[convulsivo]] ὀστέων ὀδαγμὸς ἀ. S.<i>Tr</i>.770.<br /><b class="num">II</b> <b class="num">1</b>métr. y mús. [[ἀντίσπαστος]] (<i>sc</i>. πούς) [[antispasto]] (˘¯¯˘) Heph.3.3, Aristid.Quint.44.30, Mar.Vict.p.47, Sacerd.6.499.15.<br /><b class="num">2</b> [[cantado a dos voces]] (de hombres y niños) ψαλμοῖσιν ἀντίσπαστ' ἀείδοντες μέλη Phryn.Trag.11<br /><b class="num">•</b>del sonido de un instrumento musical, subst. [[acordes diferentes]] ἀντίσπαστά τε Λυδῆς ἐφυμνεῖ πηκτίδος συγχορδία S.<i>Fr</i>.412.<br /><b class="num">III</b> subst. τὸ ἀ. una clase de beso, Hsch.<br /><b class="num">IV</b> subst. ὁ ἀ. [[polea]] ἕλκων ἐξ ἀντισπάστου τὸν πλάγιον Ath.Mech.9.13.
}}
{{grml
|mltxt=(Α [[ἀντίσπαστος]], -ον)<br />[[μηχάνημα]] στο οποίο, με [[περιστροφή]], μπορούν να τυλιχθούν καλώδια<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> αυτός που σύρθηκε [[προς]] την αντίθετη [[μεριά]]<br /><b>2.</b> [[εκείνος]] που προκαλεί σπασμούς<br /><b>3.</b> (για όργανο) αυτό που βγάζει δύο διαφορετικούς ήχους<br /><b>4.</b> [[μετρικός]] [[πους]], ο [[οποίος]] αποτελείται από ίαμβο και τροχαίο: ∪ - - ∪
}}
}}