3,274,921
edits
(eksahir) |
(13) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{eles | {{eles | ||
|esgtx=[[que socorre]] | |esgtx=[[que socorre]] | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἐπίρροθος]], -ον (Α) [[ρόθος]]<br /><b>1.</b> <b>ως ουσ.</b> [[βοηθός]], [[σύμμαχος]], [[υπερασπιστής]] («τοίη oἱ [[ἐπίρροθος]] ἦεν Ἀθήνῃ», <b>Ομ. Ιλ.</b>)<br /><b>2.</b> [[προστάτης]], [[προστατευτικός]]<br /><b>3.</b> αυτός που επικροτεί, που επιδοκιμάζει<br /><b>4.</b> αυτός που λοιδορεί, που υβρίζει, ο [[υβριστικός]]<br /><b>5.</b> [[επίμεμπτος]], [[ταπεινός]], [[μηδαμινός]] («ὠθούμεθ’ ἔξω... αἱ μὲν ξένους πρὸς ἄνδρας... αἱ δ’ εἰς ἀήθη δώμαθ’, αἱ δ’ ἐπίρροθα», <b>Σοφ.</b>)<br /><b>6.</b> ο πολύ [[χρήσιμος]], ο [[σωτήριος]]. | |||
}} | }} |