3,274,873
edits
(6_16) |
(14) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐρίσφηλος''': -ον, = [[ἐρισθενής]], ἐπὶ τοῦ Ἡρακλέους, «Στησίχορος ἐρίσφηλον ἔφη τὸν Ἡρακλέα, ἴσον τῷ ἐρισθενῆ» Ἐτυμ. Μ. 100. 47. | |lstext='''ἐρίσφηλος''': -ον, = [[ἐρισθενής]], ἐπὶ τοῦ Ἡρακλέους, «Στησίχορος ἐρίσφηλον ἔφη τὸν Ἡρακλέα, ἴσον τῷ ἐρισθενῆ» Ἐτυμ. Μ. 100. 47. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἐρίσφηλος]], -ον (Α)<br />(επίθ. του Ηρακλή) ο [[μεγαλοδύναμος]], ο [[ερισθενής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Η [[γλώσσα]] του Ησυχίου «<i>άσφηλοι ασθενείς</i><br />σφηλόν γάρ το ισχυρόν» δεν επιτρέπει [[αναγωγή]] της λ. στο ρ. [[σφάλλω]]. | |||
}} | }} |