Anonymous

ἑστίαμα: Difference between revisions

From LSJ
14
(Bailly1_2)
(14)
Line 18: Line 18:
{{bailly
{{bailly
|btext=ατος (τό) :<br />banquet, festin.<br />'''Étymologie:''' [[ἑστιάω]].
|btext=ατος (τό) :<br />banquet, festin.<br />'''Étymologie:''' [[ἑστιάω]].
}}
{{grml
|mltxt=το (Α [[ἑστίαμα]]) [[εστιώ]]<br /><b>1.</b> το [[φαγητό]] που προσφέρεται [[κατά]] την [[εστίαση]], το [[φίλεμα]] («τὰ Ταντάλου θεοῑσιν ἑστιάματα» — τα φαγητά που προσέφερε ο [[Τάνταλος]] στους θεούς, <b>Ευρ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>γεν.</b> [[τροφή]], [[φαγητό]].
}}
}}