Anonymous

εὐανάδοτος: Difference between revisions

From LSJ
14
(6_17)
(14)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''εὐανάδοτος''': -ον, ὁ εὐκόλως ἀναδιδόμενος εἰς τὸ [[σῶμα]], Ἀθήν. 26Α· ἤ, [[εὔπεπτος]]. «εὐκολοχώνευτος», Δίφιλ. Σίφν. [[αὐτόθι]] 356Β (διάφ. γραφ. εὐαπόδοτον.)
|lstext='''εὐανάδοτος''': -ον, ὁ εὐκόλως ἀναδιδόμενος εἰς τὸ [[σῶμα]], Ἀθήν. 26Α· ἤ, [[εὔπεπτος]]. «εὐκολοχώνευτος», Δίφιλ. Σίφν. [[αὐτόθι]] 356Β (διάφ. γραφ. εὐαπόδοτον.)
}}
{{grml
|mltxt=[[εὐανάδοτος]], -ον (Α)<br />ο [[εύπεπτος]], ο [[ευκολοχώνευτος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευ</i> <span style="color: red;">+</span> <i>ανά</i>-<i>δοτος</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>ανα</i>-[[δίδωμι]])].
}}
}}