Anonymous

ἐχιδνώδης: Difference between revisions

From LSJ
15
(6_7)
(15)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐχιδνώδης''': -ες, = [[ἐχιδνοειδής]], Σχόλ. εἰς Εὐρ. Φοιν. 1136.
|lstext='''ἐχιδνώδης''': -ες, = [[ἐχιδνοειδής]], Σχόλ. εἰς Εὐρ. Φοιν. 1136.
}}
{{grml
|mltxt=-ες (ΑΜ [[ἐχιδνώδης]], -ες) [[έχιδνα]]<br />[[εχιδνοειδής]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />(για τόπους) ο [[γεμάτος]] έχιδνες<br /><b>μσν.</b><br /><b>μτφ.</b> [[δόλιος]], [[κακεντρεχής]] («[[ἐχιδνώδης]] Φαραώ», Κ. Μανασσ.).
}}
}}