Anonymous

ζέμα: Difference between revisions

From LSJ
364 bytes added ,  29 September 2017
16
(6_21)
(16)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ζέμα''': τὸ, (ζέω) τὸ βεβρασμένον, [[ἀπόβρασμα]], Διοσκ. Ἀλεξ. 7, Γεωπ. 8. 37, 3· παρὰ Γαληνῷ καὶ ζέσμα, Λοβ. Παραλ. 424, σημ. 36.
|lstext='''ζέμα''': τὸ, (ζέω) τὸ βεβρασμένον, [[ἀπόβρασμα]], Διοσκ. Ἀλεξ. 7, Γεωπ. 8. 37, 3· παρὰ Γαληνῷ καὶ ζέσμα, Λοβ. Παραλ. 424, σημ. 36.
}}
{{grml
|mltxt=[[ζέμα]], τὀ (AM, Α και [[ζέμμα]], Μ και ζέμαν) [[ζέω]]<br />[[αφέψημα]], [[ρόφημα]]<br /><b>μσν.</b><br />ζεστό, καυτό [[νερό]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[ζύμωση]]<br /><b>2.</b> <b>μτφ.</b> [[ασέλγεια]], [[ακολασία]]<br /><b>3.</b> [[βράσιμο]].
}}
}}