3,277,759
edits
(Bailly1_2) |
(16) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ή, όν :<br />qui concerne les héliastes, d’héliaste.<br />'''Étymologie:''' [[ἡλιαστής]]. | |btext=ή, όν :<br />qui concerne les héliastes, d’héliaste.<br />'''Étymologie:''' [[ἡλιαστής]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ἡλιαστικὸς, -ή, -όν (Α) [[ηλιαστής]]<br />αυτός που ανήκει ή μοιάζει με τον ηλιαστή ή αρμόζει στον ηλιαστή («ἡλιαστικοῡ γέροντος» — δικαστή, μέλους της ηλιαίας, <b>Αριστοφ.</b>). | |||
}} | }} |