Anonymous

θεσμοδότης: Difference between revisions

From LSJ
17
(6_14)
(17)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''θεσμοδότης''': ὁ, [[νομοθέτης]], Ἰω. Μαλαλ.˙ θηλ. -[[δότειρα]], Ὀππ. Ἁλ. 1. 25.
|lstext='''θεσμοδότης''': ὁ, [[νομοθέτης]], Ἰω. Μαλαλ.˙ θηλ. -[[δότειρα]], Ὀππ. Ἁλ. 1. 25.
}}
{{grml
|mltxt=ο (ΑΜ [[θεσμοδότης]], θηλ. [[θεσμοδότειρα]])<br />αυτός που δίνει θεσμούς, νόμους, ο [[νομοθέτης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[θεσμός]] <span style="color: red;">+</span> [[δότης]] <span style="color: red;"><</span> [[δίδωμι]] (<b>[[πρβλ]].</b> <i>αρτο</i>-[[δότης]], <i>εργο</i>-[[δότης]], <i>υπνο</i>-[[δότης]])].
}}
}}