Anonymous

θερόεις: Difference between revisions

From LSJ
17
(6_8)
(17)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''θερόεις''': εσσα, εν, ἀνήκων εἰς τὸ [[θέρος]], ἐν καιρῷ θέρους, Νικ. Ἀλ. 583.
|lstext='''θερόεις''': εσσα, εν, ἀνήκων εἰς τὸ [[θέρος]], ἐν καιρῷ θέρους, Νικ. Ἀλ. 583.
}}
{{grml
|mltxt=[[θερόεις]], -εσσα, -εν (Α) [[θέρος]]<br />αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο [[θέρος]], ο [[θερινός]].
}}
}}