3,277,040
edits
(Bailly1_3) |
(17) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ας (ἡ) :<br />salaire, prix d’un travail à la journée.<br />'''Étymologie:''' [[θητεία]]. | |btext=ας (ἡ) :<br />salaire, prix d’un travail à la journée.<br />'''Étymologie:''' [[θητεία]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η [[θητεύω]]<br />(Α [[θητεία]])<br /><b>1.</b> η [[υπηρεσία]] τών κληρωτών στον στρατό, η στρατιωτική [[θητεία]], το στρατιωτικό<br /><b>2.</b> το [[χρονικό]] [[διάστημα]] της υπηρεσίας του κληρωτού<br /><b>3.</b> οποιαδήποτε [[υπηρεσία]] που εκτελείται σε ορισμένο [[χρονικό]] [[διάστημα]] («η [[θητεία]] του προέδρου της Δημοκρατίας»)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> η [[υπηρεσία]] με [[μισθό]] («ἐπὶ θητείαν ἰόντας», Ισοκρ.)<br /><b>2.</b> [[δουλοπρέπεια]], [[κολακεία]], [[χαμέρπεια]] («[[θητεία]] ὄχλων ἢ δυναστῶν», Επίκ.). | |||
}} | }} |