3,277,206
edits
(6_14) |
(18) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἱστάνω''': μεταγεν. [[τύπος]] [[ἰσοδύναμος]] τῷ [[ἵστημι]], Ὀρφ. Ἀργ. 904, Ἀθήν. 115F, Ἐπιστ. π. Ρωμ. γ΄, 31, Ἀρρ. Ἐπίκτ. 3. 26, 17: παρατ. ἵστανον (συν-) Πολύβ. 4. 82, 5· (δι-) Ἀππ. Ἰβηρ. 36· πρβλ. [[ὡσαύτως]] ἐφιστάνω. Ὁ [[τύπος]] οὖτος εἰσήχθη ὑπὸ τῶν ἀντιγραφέων εἰς τὸν Λυσ. 25. 3, καὶ τὸν Ἰσαῖον 2. 29, κλ. | |lstext='''ἱστάνω''': μεταγεν. [[τύπος]] [[ἰσοδύναμος]] τῷ [[ἵστημι]], Ὀρφ. Ἀργ. 904, Ἀθήν. 115F, Ἐπιστ. π. Ρωμ. γ΄, 31, Ἀρρ. Ἐπίκτ. 3. 26, 17: παρατ. ἵστανον (συν-) Πολύβ. 4. 82, 5· (δι-) Ἀππ. Ἰβηρ. 36· πρβλ. [[ὡσαύτως]] ἐφιστάνω. Ὁ [[τύπος]] οὖτος εἰσήχθη ὑπὸ τῶν ἀντιγραφέων εἰς τὸν Λυσ. 25. 3, καὶ τὸν Ἰσαῖον 2. 29, κλ. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἱστάνω]] (Α)<br />[[ίστημι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Από το απρμφ. <i>ἱστάναι</i> του ενεστ. [[ἵστημι]] δημιουργήθηκε παράλλ. τ. <i>ἱστάνειν</i> και εν συνεχεία υποχωρητικά [[θεματικός]] ενεστ. [[ἱστάνω]]. | |||
}} | }} |