Anonymous

κεδρελάτη: Difference between revisions

From LSJ
20
(6_9)
(20)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''κεδρελάτη''': ἡ, [[κέδρος]] [[μεγάλη]] ὁμοία πρὸς ἐλάτην, Πλίν. 13. 11, 24. 11.
|lstext='''κεδρελάτη''': ἡ, [[κέδρος]] [[μεγάλη]] ὁμοία πρὸς ἐλάτην, Πλίν. 13. 11, 24. 11.
}}
{{grml
|mltxt=[[κεδρελάτη]], ἡ (Α)<br />το [[φυτό]] συριακή [[κέδρος]], που μοιάζει με το [[έλατο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κέδρος]] <span style="color: red;">+</span> [[ἐλάτη]] «[[έλατο]]»].
}}
}}