3,277,055
edits
(6_17) |
(20) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κεντροδήλητος''': -ον, ὁ διὰ τοῦ κέντρου βλάπτων ἢ βασανίζων τινά, ὀδύναι κεντροδάλητοι (Δωρ.) Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 563, [[ἔνθα]] ὁ Erfurdt διώρθωσε κεντροδαλήτισι. | |lstext='''κεντροδήλητος''': -ον, ὁ διὰ τοῦ κέντρου βλάπτων ἢ βασανίζων τινά, ὀδύναι κεντροδάλητοι (Δωρ.) Αἰσχύλ. Ἱκέτ. 563, [[ἔνθα]] ὁ Erfurdt διώρθωσε κεντροδαλήτισι. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[κεντροδήλητος]], -ον (Α)<br />αυτός που βασανίζει με [[κέντρο]], με αιχμηρό [[βασανιστήριο]] όργανο («ὀδύναις κεντροδηλήτοις», <b>Αισχύλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κέντρον]] «όργανο βασανισμού» <span style="color: red;">+</span> -<i>δήλητος</i> (<span style="color: red;"><</span> <i>δηλοῦμαι</i> «[[πληγώνω]], [[προξενώ]] [[βλάβη]]»), <b>[[πρβλ]].</b> <i>θεο</i>-<i>δήλητος</i>, <i>ξιφο</i>-<i>δήλητος</i>]. | |||
}} | }} |