Anonymous

μόνοικος: Difference between revisions

From LSJ
25
(8)
 
(25)
Line 9: Line 9:
|Beta Code=mo/noikos
|Beta Code=mo/noikos
|Definition=ὁ, epith. of Heracles in Southern Gaul, <span class="bibl">Str.4.6.3</span>.
|Definition=ὁ, epith. of Heracles in Southern Gaul, <span class="bibl">Str.4.6.3</span>.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο (Α [[μόνοικος]], ὁ)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> α) «μόνοικο [[φυτό]]»<br /><b>βοτ.</b> το [[φυτό]] που φέρει άρρενα και [[θήλεα]] [[άνθη]] [[μαζί]] στο ίδιο [[στέλεχος]], σε [[αντιδιαστολή]] με το δίοικο [[φυτό]]<br />β) «[[μόνοικος]] [[μύκητας]]» — ο [[μύκητας]] που φέρει τα όργανα τών δύο φύλων στον ίδιο θαλλό, [[καθώς]] και όλα τα είδη μυκήτων που δεν έχουν αναπαραγωγικά όργανα και στα οποία το [[μυκήλιο]] μπορεί να [[είναι]] τόσο [[δότης]] όσο και [[δέκτης]] πυρήνων<br /><b>αρχ.</b><br />[[προσωνυμία]] του Ηρακλέους στη Νότια Γαλατία.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μον</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[οἶκος]].
}}
}}