Anonymous

λοχεῖος: Difference between revisions

From LSJ
23
(Bailly1_3)
(23)
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=α <i>ou</i> ος, ον :<br /><b>1</b> qui concerne l’accouchement ; τὰ λοχεῖα (χωρία) lieu où se fait l’accouchement;<br /><b>2</b> qui préside aux accouchements (Artémis).<br />'''Étymologie:''' [[λόχος]].
|btext=α <i>ou</i> ος, ον :<br /><b>1</b> qui concerne l’accouchement ; τὰ λοχεῖα (χωρία) lieu où se fait l’accouchement;<br /><b>2</b> qui préside aux accouchements (Artémis).<br />'''Étymologie:''' [[λόχος]].
}}
{{grml
|mltxt=-α, -ο (Α λοχεῑος, -ία, -ον θηλ. και -ος)<br /><b>1.</b> ο [[τόπος]] όπου γεννά μια [[μητέρα]] (α. «λοχεῑα κλεινὰ λιποῡσα» — [[αφού]] εγκατέλειψε τον [[τόπο]] όπου γέννησε το [[παιδί]], <b>Ευρ.</b><br />β. «αἱ λόχειοι ἡμέραι» — μέρες καθιερωμένες για ευχαριστίες ύστερα από ευτυχή τοκετό, <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>2.</b> (το ουδ. πληθ. ως ουσ. (<i>τὰ λοχεῑα</i><br />τα [[λόχια]]<br /><b>αρχ.</b><br />(<b>το θηλ. ως κύριο όν.</b>) <i>ἡ Λοχεία</i><br />η Λοχία.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λόχος]] «[[τοκετός]], [[γέννημα]]» <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ειος</i> (<b>[[πρβλ]].</b> <i>οικ</i>-<i>είος</i>, <i>σπονδ</i>-<i>είος</i>)].
}}
}}