Anonymous

μεγαλότοξος: Difference between revisions

From LSJ
24
(6_17)
(24)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''μεγᾰλότοξος''': -ον, ὁ ἔχων μέγα [[τόξον]], Ἐτυμ. Μέγ. 3. 23.
|lstext='''μεγᾰλότοξος''': -ον, ὁ ἔχων μέγα [[τόξον]], Ἐτυμ. Μέγ. 3. 23.
}}
{{grml
|mltxt=[[μεγαλότοξος]], -ον (Α)<br />αυτός που έχει μεγάλο [[τόξο]].
}}
}}